Το νέο άλμπουμ POP TOO της Μαρίνας Σάττι κατορθώνει ένα εξαιρετικό ακομπλεξάριστο πάντρεμα αποδεικνύοντας ακόμα μία φορά πως παίζει με τους δικούς της κανόνες και αποτελεί μία κατηγορία από μόνη της.
ναρωτιέμαι αν θα ήταν το ίδιο αποτέλεσμα (και, κυρίως, η ίδια αποδοχή) αν είχε επιχειρήσει άλλο άτομο να δημιουργήσει αυτόν τον μουσικό (και πολιτιστικό) αχταρμά, αναμιγνύοντας τόσο ανομοιογενή και διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα, φτιάχνοντας ποπ «που κερνάει χαρά», -γιατί είναι πολύ μεγάλο το ρίσκο και πολύ λεπτή η γραμμή που χωρίζει τον καλλιτεχνικό θρίαμβο από το φιάσκο.
Δεν είναι εύκολο το «πάντρεμα» που κατορθώνει η Μαρίνα Σάττι με αυτό το ακομπλεξάριστο χαρμάνι της σύγχρονης ποπ -που hype-άρει- με το λαϊκό mainstream (που φλερτάρει ακόμα και με το λούμπεν), το οποίο παραπέμπει σε μια διαφορετική Ελλάδα για το κάθε άτομο που το ακούει, αναλόγως της καταγωγής και των καταβολών του.

Φυσικά και έχει επιχειρηθεί ξανά, έτσι όμως όπως το κάνει η Σάττι δεν έχει ξαναγίνει. Πετυχημένα, αποτυχημένα, όπως το δει κανείς, το κατόρθωμά της είναι ότι δεν μπορείς να το αγνοήσεις και, πλέον, η Μαρίνα Σάττι αποτελεί μια κατηγορία από μόνη της. Κάνοντας πολύ προσεκτικά και στοχευμένα βήματα, κατάφερε να περάσει στο κοινό -κάθε ηλικίας- που την παρακολουθεί φανατικά (ακόμα και στους haters), ήχους και μουσικά είδη που δεν θα προσέγγιζαν ούτε ξώφαλτσα: στους μεγαλύτερους τον νέο ήχο, στους νεότερους τον παλιό (ακόμα και παραδοσιακά και λαϊκά των πανηγυριών και της πίστας), αφήνοντάς τους σαστισμένους να αναρωτιούνται τι στο καλό είναι αυτό που ακούγεται υπερβολικά «φτηνό» και «σαχλό», το οποίο, αν το ακούσεις προσεκτικά και το αποκωδικοποιήσεις, καταλαβαίνεις ότι πατάει σε στέρεες βάσεις και σε (εντελώς) σοβαρό υπόβαθρο.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της Μαρίνας Σάττι είναι ότι είναι αυτή που είναι, ένα άτομο που εξελίσσεται συνεχώς όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και ως πρόσωπο, και αυτό το ανορθόδοξο συνταίριασμα για να φτιάξει «φτηνή ποπ για την ελίτ» που άρχισε να φαίνεται στο πρώτο άλμπουμ της Yenna αυτή τη στιγμή έχει πάει πολύ μακριά, τόσο μακριά που πρέπει να επανέλθεις αρκετές φορές για το χωνέψεις.
Γιατί η Μαρίνα έχει γνώσεις, ακούει μουσική, παλιά και νέα, ψάχνει συνεργάτες σε κάθε κατηγορία της ελληνικής μουσικής, από καταξιωμένους λαϊκούς δημιουργούς -που εν πρώτοις φαίνονται εντελώς αταίριαστη επιλογή- μέχρι το νέο αίμα της σημερινής ποπ και αυτό που κάποτε λέγαμε experimental. Βλέποντας τα ονόματα που συνεργάζονται στα κομμάτια καταλαβαίνεις γιατί το Pop Too είναι ακόμα πιο πολύχρωμο από το περσινό P.O.P.: Nick Kodonas, Oge, Leon of Athens, Saske, Negros tou Moria, Locomondo, Μανώλης Φάμελλος, Στάθης Δρογώσης, Μικρός Κλέφτης, Kay Be, Στέλλα Μπεζαντάκου, Tso, Κονιτόπουλοι…
Το μεγάλο πλεονέκτημα της Μαρίνας Σάττι είναι ότι είναι αυτή που είναι, ένα άτομο που εξελίσσεται συνεχώς όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και ως πρόσωπο, και αυτό το ανορθόδοξο συνταίριασμα για να φτιάξει «φτηνή ποπ για την ελίτ» που άρχισε να φαίνεται στο πρώτο άλμπουμ της Yenna αυτή τη στιγμή έχει πάει πολύ μακριά, τόσο μακριά που πρέπει να επανέλθεις αρκετές φορές για το χωνέψεις. Οι καλλιτεχνικές της κινήσεις αποκτούν σήμερα άλλη υπόσταση, όπως το (σοφό και μελετημένο) όνομα του πρώτου άλμπουμ της που ήταν όντως μια «γέννα» για αυτό που επρόκειτο να ακολουθήσει. Με το P.O.P. εκτινάχθηκε στην κλάση της σταρ και δημιούργησε ένα τεράστιο και πιστό fan base με ένα από τα πιο φρέσκα αλλά και αλλόκοτα άλμπουμ που έχουν βγει ποτέ στην ελληνική μουσική, πατώντας στους ήχους που θεωρούνταν περιθωριακοί, σχεδόν παρακμιακοί και απαγορευμένοι για airplay: το φτηνό τραπ και το ρεγκετόν, περνώντας τους σχεδόν ύπουλα στο κοινό που τους περιφρονούσε

Κι ενώ πίστευα ότι είχε φτάσει στο peak της δημιουργικά και αυτός ο αυτοσαρκασμός και το αυτοτρολάρισμα του P.O.P. ήταν αδύνατο να επαναληφθούν χωρίς να χάσουν τη δύναμή τους, έρχεται με ένα νέο άλμπουμ που, παρότι ακούγεται σαν συνέχειά του P.O.P., είναι πολύ πιο μπροστά σε κάθε επίπεδο. Εξακολουθεί να παίζει με όλα αυτά που την κατηγορούν, παίρνοντάς όμως την τέχνη της εντελώς στα σοβαρά, φτιάχνοντας ένα άλμπουμ που είναι πολύ πιο πολιτικοποιημένο από το P.O.P., γεμάτο κοινωνικά σχόλια -τα οποία «κρύβει» μέσα σε hyperpop καρτουνίστικα φωνητικά και παραληρηματικά beat, που το πιο πιθανό είναι αρχικά αντιμετωπιστούν με καχυποψία. Ειδικά από τους ακροατές που δεν έχουν επαφή με τους ήχους που προσεγγίζει.
Είναι απίστευτο αυτό που καταφέρνει να κάνει στο Pop Too, και σε επίπεδο συνεργασιών και συνθέσεων, αλλά κυρίως στιχουργικά, περνώντας μηνύματα μέσα από ποπ τραγουδάκια που μπορείς να θεωρήσεις ότι απευθύνονται σε 13χρονα· αλλά κι αυτό, αν το κάνει συνειδητά, είναι τόσο προσεκτικά μελετημένο που συνειδητοποιείς ότι έχει σκοπό να κυριαρχεί για πολλά χρόνια ακόμα. Αυτό έκαναν πάντα οι ποπ σταρ που σκόπευαν να έχουν διάρκεια, επένδυαν στο κοινό νεαρής ηλικίας.
Ξεκινώντας με την αυτοαναφορική «Λόλα», το single που συνόδεψε την κυκλοφορία του Pop Too, όπου ραπάρει πάνω σε ένα bubblegum bass για όλα αυτά που άκουσε μετά την Eurovision, σχολιάζοντας και μια ολόκληρη κατάσταση των ελληνικών media: «Το είπαν στην εκπομπή / Πως έχει φωνή αλλά η φούστα κοντή / Δεν πίστευαν και ότι είναι σχεδόν σαράντα και δεν έχει παιδί. / Ισπανίδα popstar wannabe / Πώς την χώρα μας εκπροσωπεί; / Ποια ταμπέλα θα πρέπει να μπει; (Damn, just let this girl be) / Από πού έχει καταγωγή; / Θέλει πιο καλή παραγωγή / Έχει ταυτότητα ελληνική; (Whatever). / Ήμαρτον, είναι δυνατόν; / Πού πηγαίνει με τη γόβα και το κραγιόν; / Με τη Gucci και τη τσάντα Louis Vuitton / Τα κορίτσια θα την κάνουν copy carbon / Ήμαρτον, είναι δυνατόν; / Πού πηγαίνει με αυτό το μήκος νυχιών; / Η κοπέλα είναι μάλλον άλλων αρχών / Δεν είναι καλή για πρότυπο των παιδιών».
Μέσα σε τριάντα λεπτά και σε δέκα τραγούδια χωράει όλες τις τάσεις της σημερινής ποπ, από το urban ερωτικό ντουέτο με τον Saske με το αιθέριο ρεγκετόν και το τρυφερό mid-tempo κιθαριστικό «Αυτοκίνητο» όπου τραγουδάει: «Γιατί πάντοτε ό,τι αγαπάω / Φεύγει πριν φύγω εγώ / Ξέρω πάντα πως ό,τι αγαπάω / Φεύγει μακριά μου / Χάνεται πάνω στη στροφή, φεύγει / Χάνεται και πάλι απ’ την αρχή / Γιατί πάντοτε ότι αγαπάω / Φεύγει πριν φύγω εγώ / Γίνεται καπνός», ή το «βαλκανικό» (και σίγουρο χιτ) «Μπλουζάκι» που καταλήγει «Τα μεσάνυχτα που με τρομάζει η μοναξιά / Μια τρικυμία μες στην καρδιά, πίσω γυρίζω στα παλιά (Γυρίζω στα παλιά) / (Τέλος πάντων μου έστειλε, και μου ‘πε αυτά τα κλασικά ότι εσύ μου λέει δεν φταις σε τίποτα, εσύ μια χαρά τα έκανες όλα) / (Εγώ μου λέει είμαι σε μία φάση, ψάχνω να βρω τον εαυτό μου, μου λέει, που θα τον βρει δεν ξέρω)».
Η δύναμη των στίχων της δεν είναι στα ρεφρέν, είναι στα λόγια που παρλάρει, που λέει με λυγμό, με παραμορφωμένη από autotune φωνή, με ραπ, σατιρικά, μέσα από τρολαρίσματα. Το αποτέλεσμα είναι η πιο ολοκληρωμένη δουλειά της μέχρι σήμερα, ένα άλμπουμ που είναι δύσκολο να κατηγοριοποιήσεις, που μπαίνει μόνο κάτω από την ομπρέλα της σημερινής ποπ, με συμμετοχές που δείχνουν άνοιγμα σε όλα τα είδη της ελληνικής δημοφιλούς μουσικής, γιατί ξέρει ότι η μουσική δεν έχει ούτε σύνορα ούτε όρια. Στο Pop Too υπάρχει ο ήχος της Charlie XCX, η Lola Young, η τραπ, το ρεγκετόν, η queer pop, τα νησιώτικα, το τριανταφυλλάκι, η Βουγιουκλάκη και η «φασαίικη» ρέγκε των Locomondo, ανοίγοντας κι άλλο την ψαλίδα του κοινού που απευθύνεται. «Μ’ αγαπάνε / Για μένα μιλάνε / Τους δίνω να φάνε / Δεν ευλογώ mother / Είμαι mother, χωρίς να ‘μαι mother / They’re my children, they call me mother» τραγουδάει στο «POP (All the voices in my head)» που κλείνει το άλμπουμ εντελώς σημειολογικά, αναφερόμενη στο ετερόκλητο κοινό που πλέον την ακολουθεί πιστά και ευλαβικά και είναι αυτό ακριβώς που μπορεί να δημιουργήσει hype.
Στο «Bye Bye» με τη συμμετοχή του Νέγρου του Μοριά τραγουδάει συγκινητικά: «Όσο έχω ακόμα την ελπίδα / Δε θα με κρατάει αλυσίδα / Μέσα από τα μάτια σου το είδα / (Μες τα μάτια σου το είδα) / Θέλω μονάχα έχω εσένα / Δύο κόσμοι έχουν γίνει ένα / Κόντρα σε όλα πάντα / Από εσένα πιάνομαι, σε χρειάζομαι».
Οι «δύο κόσμοι που έχουν γίνει ένα» είναι το πιο σημαντικό που έχει πετύχει, όποιοι και να είναι αυτοί οι κόσμοι. — M. HulotPlay
Για περισσότερα σχετικά άρθρα πατήστε εδώ.
Επισκεφτείτε την σελίδα μας στο instagram.